Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2021

Μονή Πατέρων Λίθινου, Ζίτσα Ιωαννίνων

 


Είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και βρίσκεται απέναντι από το χωριό Λίθινο απέχει 5 χιλιόμετρα από την Ζίτσα. Σύμφωνα με μαρτυρίες η Μονή ιδρύθηκε αρχικά στην αριστερή όχθη του Καλαμά, στη θέση που σώζεται σήμερα το παρεκκλήσι του Αγίου Αθανασίου, στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην απέναντι όχθη κοντά στο Θεογέφυρο, στη θέση του ναού Αγίου Νικολάου.

Υπήρξε στην μακρόχρονη ιστορία του, ένα από τα πιο πλούσια μοναστήρια της Ηπείρου και μαζί με αυτό του Προφήτη Ηλία, από τα πιο μεγάλα, μάλιστα οι ιστορικοί αναφέρουν ότι το μοναστήρι των Πατέρων ήταν πιο πλούσιο και πιο μεγάλο από αυτό του Προφήτη Ηλία στην Ζίτσα.
Η σημερινή μορφή της Μονής είναι αποτέλεσμα πολλών επεμβάσεων, προσθηκών και ανακαινίσεων διαφόρων εποχών που οφείλονται σε λειτουργικές ανάγκες, πολεμικές συγκρούσεις ή και στα φιλόδοξα σχέδια των μοναχών του.
Η Μονή ιδρύθηκε πιθανόν το 16ο αιώνα, περιβάλλεται από δύο περιβόλους με έντονο φρουριακό χαρακτήρα που σώζονται σήμερα σε ερειπώδη κατάσταση και τα διώροφα, ερειπωμένα συγκροτήματα κελιών και οι βοηθητικοί χώροι κτίσθηκαν σε διάφορες εποχές.
Τα κελιά της δυτικής πτέρυγας έγιναν το 1848, σύμφωνα με πλίνθινη επιγραφή με παλαιότερο να θεωρείται το νότιο συγκρότημα ενώ το κωδωνοστάσιο βρίσκεται ανατολικά του Καθολικού και κτίσθηκε το 1850 ενώ η πρόσβαση στη Μονή γίνεται από τη δυτική πλευρά και η είσοδος διαμορφώνεται με τοξωτό πλαίσιο.
Το καθολικό κτίστηκε πιθανόν το 1590, σύμφωνα με εντοιχισμένη επιγραφή στο νότιο τοίχο του ναού.
Στο αρχιτεκτονικό του σχέδιο συνδυάζονται με τον τετρακιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο τύπο με πλάγιους χορούς ενώ υπάρχει επίσης και νάρθηκας ενιαίος με τον κυρίως ναό καθώς επίσης και μεταγενέστερος εξωνάρθηκας.
Στο εσωτερικό οι τοιχογραφίες σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση.
Το 1631 αγιογραφήθηκε ο τρούλος του καθολικού με δαπάνη των ιερομονάχων Καλλίστου και Σταύρου και πιθανόν την ίδια χρονιά ή λίγο αργότερα ολοκληρώθηκε η αγιογράφηση του υπόλοιπου ναού.
Το 1676 επισκευάσθηκε η καμάρα πιθανόν και η στέγη από τον “κυρ Λεοντάρη”, σύμφωνα με χάραγμα.
Οι τοιχογραφίες του τρούλου καθώς επίσης και του Ιερού αποδίδονται στον ζωγράφο Μιχαήλ από το Λινοτόπι της Καστοριάς ο οποίος έχει εικονογραφήσει μια σειρά σημαντικών εκκλησιαστικών μνημείων στην Ήπειρο όπως ο Αγιος Νικόλαος στη Βίτσα και ο Αγιος Μηνάς στο Μονοδένδρι.
Το ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι επιχρυσωμένο και χρονολογείται στο 17ο αιώνα ενώ τα αποστολικά ζωγραφίστηκαν το 1680 από το Ζιτσαίο ζωγράφο Δημήτριο επί ηγουμενίας Φιλοθέου.
Οι περισσότερες δεσποτικές εικόνες είναι έργα του 1857 ενώ οι παλαιότερες σημαντικές εικόνες της Μονής και τα βημόθυρα φυλάσσονται σήμερα στο παρεκκλήσι του Μητροπολιτικού μεγάρου.
Ο Λαμπρίδης στα ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ υποστηρίζει πως αρχικά η έδρα της Μονής ήταν δεξιά του Καλαμά, στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου. Άγνωστο πότε, η έδρα της Μονής μεταφέρεται στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου, δίπλα στο Θεογέφυρο και το 1668 μεταφέρεται στην θέση που βρίσκεται σήμερα.
Ο Βασίλειος Οικονόμου στο βιβλίο του Η ΖΙΤΣΑ ΚΩΜΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ έκδοση 1979 σελίδες 108 - 109, αναφερόμενος στη Μονή των Πατέρων σημειώνει: «..Όταν το μοναστήρι αυτό ήταν στην δεξιά όχθη του Καλαμά και στο Θεογέφυρο, ήταν εντελώς ασήμαντο. Ύστερα όμως από την οριστική του μεταφορά έφθασε σε μεγάλη οικονομική ακμή...» και προσθέτει για την περιουσία της Μονής: «...Όλη η τεράστια έκταση από το Θεογέφυρο μέχρι της πηγής Τριάμινα ήταν ιδιοκτησία του...»
Σύμφωνα λοιπόν με αυτές τις δύο μαρτυρίες η έδρα της Μονής δεν ήταν από την αρχή στην σημερινή θέση όπου βρίσκεται ο ναός. Ωστόσο από επιγραφή που βρέθηκε πάνω από την κύρια είσοδο του ναού, στο εσωτερικό μέρος, όπως την κατέγραψε ο Χρήστος Σούλης στο βιβλίο του «Επιγραφαί και ενθυμήσεις Ηπερωτικαί» μαθαίνουμε πως το καθολικό του μοναστηριού θεμελιώθηκε στα 1590.Ο Εμμανουήλ Γεωργιάδης στο βιβλίο του για την Ζίτσα έκδοση 1889 στην σελίδα 30 σημειώνει τα εξής σχετικά με την εκκλησία του Αγίου Νικολάου και της Μονής Πατέρων: «..Μονή Αγίου Νικολάου: Δεξιόθεν του ποταμού και εγγύτατα του Θεογεφύρου κείται ο Άγιος Νικόλαος μονίδριον αρχαιότατον, διατηρόν έτι τα κατηχούμενα. Τα εισοδήματα τούτου ως και τα της ετέρας του Αγίου Αθανασίου αντίπερον της κειμένης, ηρπάγησαν υπό των μοναχών της Μονής των Πατέρων..»
Ο Γεωργιάδης δηλαδή υποστηρίζει ότι ο Άγιος Νικόλαος ήταν Μοναστήρι όταν χτίστηκε το καθολικό της Μονής Πατέρων και για ένα χρονικό διάστημα λειτουργούσαν ταυτόχρονα.Πάντως μελέτη της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων η οποία συνετάγει το 1992 και αφορά το μοναστήρι, σημειώνει ότι ο ναός του Αγίου Νικολάου έχει δεχθεί πρόσφατα κακότεχνες επισκευές, κάτω από τις οποίες διακρίνεται η πλινθοπερίκλειστη τοιχοποιία, σημαντικό στοιχείο για την χρονολόγηση του ναού την υστεροβυζαντινή εποχή, δηλαδή μετά το 1204.Είναι προφανές ότι ο ναός του Αγίου Νικολάου είχε κατά το παρελθόν υποστεί διαδοχικές καταστροφές.
Η θέση του δίπλα στο Θεογέφυρο δικαιολογεί την εκτίμηση αυτή, αφού το γεφύρι ήταν στρατηγικής σημασίας και σε κάθε εξέγερση αποτελούσε τον προμαχώνα των επαναστατών.
Μια από τις εξεγέρσεις αυτές ήταν το 1854, όταν στο Θεογέφυρο οχυρώθηκε ο γνωστός στην αθηναϊκή κοινωνία φαρμακοποιός Βασίλειος Βιδεβής και με την κατάπνιξη αυτής της επαναστατικής απόπειρας, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου καταστρέφεται για να επισκευαστεί λίγο πριν το 1895.

ΑΣΚΗΤΑΡΙΑ.
Η Μονή των Πατέρων χτίστηκε το 1590, όπως αποκαλύπτει σχετική πινακίδα, σε μια περιοχή που και σήμερα ακόμη ονομάζονται «Aσκηταριά», αφού στις πολλές σπηλιές που υπάρχουν για δεκάδες χρόνια πολύ πριν την ανέγερση της Μονής, ζούσαν ασκητές..
Για την ύπαρξη ασκητών στην περιοχή, γράφει και ο Λαμπρίδης, στην περιγραφή του για την τοποθεσία όπου κτίσθηκε η Μονή των Πατέρων: «...πάρ΄ αρχαιότατα ασκητήρια εκτίσθη...»
Η μονή, παρ όλο που είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, αποκαλείται Μονή Πατέρων, γιατί εκεί ακριβώς υπήρχαν οι ασκητές - Πατέρες με πιο γνωστούς τον Δαυίδ, τον Δαμιανό και τον Παρθένιο.
Τα ασκηταριά αυτά υπήρχαν μέχρι το 1850 και ο τελευταίος «κάτοικος» τους ήταν ένας Ζιτσαίος ονόματι Κατσουλίδης.
Η Μονή, ήτανε από τις πιο σημαντικές και πλούσιες στην περιφέρεια της Ηπείρου, είχε στην κατοχή της μεγάλες εκτάσεις γύρω από το μοναστήρι, καθώς και μετόχια στην Βλαχιά.Ο Αραβαντινός στην Χρονογραφία της Ηπείρου κάνοντας αναφορά στην σημαντικότητα του μοναστηριού τονίζει: «...Ούτοι (οι ασκητές) δια της ως είρηται αρετής των προμήθευσαν ικανήν περιουσίαν κτηματικήν επιτοπίως και κατά καιρόν αποδημούντες τινές αυτών εις Δακίαν, προσεκτήσαντο ικανά αφιερωματικά κτήματα...» «...Ήτο πλουσιωτέρα της (Μονής) του Προφήτη Ηλιού και είχε λαμπράν βιβλιοθήκην, πλούσιαν εις χειρόγραφα και επί μεμβράνης, εκκλησιαστικά ως επί το πλείστον και άλλα, τα οποία δυστυχώς μετά την παρακμήν διηρπάγησαν...» Ο Ιωάννης Λαμπρίδης στα ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ καταγράφει τα περιουσιακά στοιχεία του Μοναστηριού τόσο στην Βλαχία όσο και στην Ρωσία. «...Υπέρ της Μονής Πατέρων ο ηγεμών τους Ουγγροβλαχίας Ματθαίος Βασσαράβας και όχι ο πεθερός αυτού Σερμπάν Βόδας ο Α΄, όπως σημειώνεται σε κάποιο εθνικό βλάχικο ημερολόγιο, σε κεντρικό δρόμο του Βουκουρεστίου και δίπλα στην Ρωσική πρεσβεία, ανήγειρε το 1635 Μονή αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Έκτισε δε γύρω από αυτή εργαστήρια, και δωμάτια, αφήνοντας μεγάλη πλατεία μετά κήπου σ΄ ένα κατηφορικό μέρος του οικοπέδου.
Η Μονή αυτή ΣΑΡΑΝΤΑΡΙΟΝ απεκλήθη, διότι ο ιδρυτής της είχε στο μεταξύ ανεγείρει ήδη 39 ακόμη σε διάφορα άλλα μέρη της Βλαχίας. Ο ναός αυτός ανακαινίστηκε το 1861 και αριθμούσε πολλά τιμαλφή. Μεταξύ αυτών κι ένα ευαγγέλιο αργυροκέντητο με επιχρυσωμένη πλάκα.
Ήταν σημειωμένο πάνω σ΄ αυτό το έτος 1695 και το όνομα του δωρητού Σερμπάν προς ανάμνησην της συζύγου του Ελένης Πάπεϊ, Ελληνίδα στην καταγωγή. Στο ναό του μετοχίου τούτου ετελούντο αι θρησκευτικαί τελεταί της Ρωσίας, εψάλλοντο οι δοξολογίες, εστέφοντο οι άρχοντες και εκκλησιαζόταν οι ηγεμόνες, ιδιαίτερα δε κατά την επέτειο της Μονής ».
Ο Ν. Jorga στο βιβλίο του Fundatiunice domnilor Romani in Epir, αναφέρει: «Ούτω η Μονή Πατέρων (SFINTILOR PARINTI) είχε μετόχια εν Βουκουρεστίω την εκκλησίαν SARINDAR του ηγεμόνος ΜATEI BASARAB η οποία απετέλει το κόσμημα της Ρουμανικής πρωτευούσης, την εκκλησία ΒALAMUGIJFLON και την μονήν MISLEA».
Τόσο πλούσιο και σημαντικό ήταν το μετόχι αυτό του μοναστηριού που αποτελούσε και αποτελεί τον κάθεδρικό ναό του Βουκουρεστίου. Δεν είναι όμως μόνο το Σαραντάριο που αποτελεί το περιουσιακό στοιχείο του μοναστηριού. Είναι και άλλα μετόχια επίσης σημαντικά, όπως για παράδειγμα το μετόχιο στην Μίσλαν ή Μιόλαν της Ρουμανίας. Αυτό ανεγέρθηκε στο Βουκουρέστι από τους Βοεβόδα Πέτρο, επιλεγόμενο και Ραδιήλ και τον Παίσιο Βασσαράβα, ο οποίος διατέλεσε και αρχιμανδρίτης της Μονής, κατά την διάρκεια της ηγεμονίας του και ήταν αφιερωμένο στην Αγία τριάδα. Απέφερε δε περίπου 18.000 φλωριά τον χρόνο.
Ο Βασίλειος Οικονόμου υποστηρίζει ότι το Σαραντάριο ανήκε στην αποκλειστική κυριότητα της Μονής των Πατέρων ενώ τα υπόλοιπα τρία ήταν συνιδιόκτητα με το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία.
Οι επιστολές αυτές, μας πληροφορεί η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, φυλάσσονται σήμερα στο αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας και αναφέρονται στα μετόχια Σαραντάριον και Μίσλαν, που βρίσκονται, όπως υποστηρίζει η υπηρεσία και τα δύο στο Βουκουρέστι.
Η ίδια υπηρεσία μας ενημερώνει ότι η Μονή των Πατέρων ελάμβανε επιχορήγηση από το ρωσικό αυτοκρατορικό ταμείο.
Ακόμη και ο τσάρος Αλέξιος Μιχαήλοβιτς, όπως και ο Ρώσος Πατριάρχης Νίκων, αφιέρωσαν για την ψυχική τους σωτηρία, χρήματα και κτήματα.
Είναι γνωστό ότι ο τσάρος Αλέξανδρος με χρυσόβουλο (αυτοκρατορική έγγραφη διαταγή) του 1753 επιχορηγούσε αρκετές μονές στην Ήπειρο. .
Το Μοναστήρι των Πατέρων, προσθέτει ο Βασίλειος Οικονόμου, εκτός από τα περιουσιακά του στοιχεία στην Βλαχία και την Ρωσία, είχε τεράστια έκταση γύρω απ΄ αυτό. Μια έκταση που άρχιζε από το Θεογέφυρο και κατέληγε στην πηγή Τριάμινα, κάτω από το Σακελλαρικό. Η έκταση αυτή είναι σχεδόν πεδινή και σε ένα μεγάλο μέρος της τα χωράφια που υπάρχουν ήταν σχεδόν ποτιστικά. Υπήρχαν πολλά λιβάδια, αρκετά στρέμματα ελαιώνες και αμπελώνες. Η υπόλοιπη έκταση ήταν πετρώδης και καλυπτόταν από πυκνό δάσος πουρναριών. Και το Λίθινο για ένα χρονικό διάστημα ήταν ιδιοκτησία του μοναστηριού. Το αγόρασε από οθωμανους αγάδες που το κατείχαν.
Ο Λαμπρίδης υποστηρίζει ότι το μοναστήρι, εκτός από το Λίθινο, είχε αγοράσει τα χωριά Ριάχοβο και Ιερομνήμη. Σχετικά με αυτό το γεγονός ο Λαμπρίδης σημειώνει ότι μετά την πτώση του Αλή στα 1822 το Λίθινο, η Ιερομνήμη και το Ριάχοβο έγιναν Εθνικά. Δεν ήταν δηλαδή ιδιοκτησία κανενός, αλλά ενοικιαζόταν από διάφορους προύχοντες. Η Ιερομνήμη ήταν ιδιοκτησία αρχικά του Χαϊρεδίν Πασά. Οι κάτοικοι όμως αρνήθηκαν να δώσουν το γεώμορο (φόρο) σ΄ αυτόν, αν και πολλές φορές βασανίστηκαν ή υποχρεώθηκαν να χαλικοστρώσουν τους δρόμους προς τα Ιωάννινα. Εκείνη την εποχή η Μονή των Πατέρων ήταν πλούσια. «...Βλέποντας τα βασανιστήρια που υπέφεραν οι κάτοικοι, αποφάσισαν να αγοράσουν την Ιερομνήμη στα 1848. Μόνο όμως κατ΄ όνομα η Ιερομνήμη ήταν γεώργιο της Μονής αφού, οι δύστροποι αυτοί χωρικοί, ποτέ δεν έδωσαν χρήματα ή κάτι από την σοδιά τους στο Μοναστήρι...» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιστορικός.
Στα περιουσιακά στοιχεία της Μονής περιλαμβάνονται ακόμη ο μύλος, που βρισκόταν στην νοτιοανατολική πλευρά της αγροτικής περιοχής, γνωστός ως Μύλος των Πατέρων, (ερείπιά του σώζονται μέχρι σήμερα), περισσότερα από χίλια γίδια, πεντακόσια πρόβατα, καθώς και τριακόσιες κυψέλες εγχώριες, σε ειδικό περιτειχισμένο μελισσομάντρι.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς το μέγεθος της τεράστιας περιουσίας που είχε η Μονή όταν βρισκόταν στην ακμή της. Με βάση αυτά τα περιουσιακά στοιχεία, τα ετήσια έσοδά της ήταν τεράστια. Εκτός όμως από την μεγάλη, υλική, περιουσία και συνεισφορά του, το μοναστήρι ήταν και πνευματικό κέντρο της περιοχής. Μαζί με το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία. Βοηθούσε ποικιλοτρόπως τους κατοίκους της περιοχής. Μάλιστα συνχρηματοδότησε με το παραπάνω μοναστήρι στα 1858 την ανέγερση κτιρίου στην Ζίτσα, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως δημοτικό σχολείο. Το κτίριο ανηγέρθηκε δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στο κέντρο του μεγάλου μαχαλά, όπως αναφέρουν οι ιστορικοί. Το σχολείο αυτό επονομάστηκε ΔΑΣΚΑΛΙΟ. Δίδαξαν πρώτα εκεί κάποιος με το επίθετο Σιδέρης και κάποιος με το όνομα Νικόλαος. Ακόμη και σήμερα είναι γνωστή η τοποθεσία αυτή στην Ζίτσα με το όνομα «Δασκαλιό».
Οι πολύτιμες εικόνες του καθώς και το βημόθυρο βρίσκονται για ασφάλεια στη Μητρόπολη Ιωαννίνων.
Αναρτήθηκε από την Άννα Μπούκα!!








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου